Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021

 

 

Η ΒΑΡΚΑ

 

Κοιτάζει από μακριά

την απ’ άμμο χρόνια μισο-σκεπασμένη βάρκα που μαζί της

με τους πιο περήφανους δικούς της ανέμους συντροφιά

στα κύματα γλιστρώντας

σε κόσμους άλλους

πέρα απ' τη σιωπή και τη λήθη ξανοίγονταν,

σ' ακρογιάλια απόκρυφα ονείρων

που στάζαν ηλιοβασιλέματα

κι αρώματα μιας άνοιξης που πάντα ερχόταν, να φτάσει.

 

 

Κοιτάζει θλιμμένη,

γιατί να πλέουν μ’ ανοιχτά πανιά στο πέλαγος

κόντρα στις τρικυμίες και τη λογική -σαν τους ανθρώπους- φτιαχτήκαν οι βάρκες.

Κάποτε  ήταν σίγουρη με ποιους ανέμους θα σαλπάρει

ποια αστέρια θα την οδηγήσουν το βράδυ

σε ποιο λιμάνι θ' αποστάσει

ποιον καιρό και ποιους ανθρώπους θα εμπιστευτεί.

Ακούγοντας τη φωνή της ψυχής της

μπορούσε να αλλάξει την πορεία της

χωρίς ενδοιασμούς, φόβους και αναστολές

ξεκινώντας πάντα για καινούριο ταξίδι.

 

Κοιτάζει με θυμό, 

αέρας γίνεται δυνατός,

από τα πιο ψηλά βουνά, τις πιο βαθιές χαράδρες κατεβαίνει,

και την άμμο σκορπίζει μακριά από την βάρκα της ζωής της.

Της ξαναδίνει το σχήμα της, τα όνειρα, τον προορισμό της

κι ύστερα, αφρισμένη γίνεται θάλασσα η ίδια, που στην ίδια ξεσπά ακτή.

Τραβά μέσα της την βάρκα που κλυδωνίζεται και χαμογελά.

Γιατί ξέρει  πως τελικά θα τα καταφέρει,

είναι σίγουρη γι’ αυτό!

Επειδή είναι η τελευταία της ευκαιρία.

 Άλλη δεν θα υπάρξει!

 

Κοιτάζει μέσα της.

Σ’ ασημένια νερά τώρα η βάρκα της ταξιδεύει.

Γλιστρά απαλά σε πανσέληνο φως,

όνειρα και θαλασσοπούλια την συντροφεύουν.

Χαμογελά σαν παιδί που ,πρώτη φορά, πήρε η μάνα του απ’ το χέρι να του δείξει τον κόσμο.

Τον κόσμο που κι εγώ κάποτε γνώρισα, έχασα και τώρα βρίσκω ξανά!

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου